Τσάι του Βουνού: Πόση καφεΐνη έχει;
Το τσάι του βουνού δεν έχει καμία σχέση με το κοινό τσάι. Το τσάι του βουνού είναι αυτοφυές και προέρχεται από το φυτό σιδερίτης ή σιδηρίτης (Sideritis), ενώ το πράσινο τσάι προέρχεται από το φυτό Camellia sinensis (Καμέλια η Σινική). Το τσάι του βουνού φύεται σε βραχώδεις θέσεις και σε μεγάλα υψόμετρα, κυρίως στην Ελλάδα, την Κύπρο, την Αλβανία, τη Βουλγαρία και την Ισπανία. Υπάρχουν 319 είδη, υποείδη και ποικιλίες σιδηρίτη (τσάι του βουνού).
Το τσάι του βουνού περιέχει κατά κύριο λόγο φαινολικά οξέα (136 mg ανά φλυτζάνι) και βιοφλαβονοειδή (65 mg ανά φλυτζάνι), ενώ δεν περιέχει καθόλου καφεΐνη. Οι πολυφαινόλες που περιέχονται στο τσάι του βουνού έχουν αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές, διουρητικές, αντιπηκτικές, αντιμικροβιακές και αντικαρκινικές ιδιότητες. Το τσάι του βουνού μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά κύριο λόγο στον πόνο στο στομάχι και το κοινό κρυολόγημα.
Καθώς το τσάι του βουνού δεν περιέχει καθόλου καφεΐνη, μπορεί να καταναλωθεί άφοβα και ως αγχολυτικό από ενήλικες και παιδιά, χωρίς τη διεγερτική επίδραση που έχει η καφεΐνη που περιέχεται στο κοινό τσάι. Δεν υπάρχει μέγιστη επιτρεπόμενη δόση για την κατανάλωση τσαγιού του βουνού, δεν έχει παρενέργειες.
Αντίθετα, ένα φλιτζάνι πράσινο τσάι μπορεί να περιέχει 16-36 mg καφεΐνης ανάλογα με το χρόνο εκχύλισης (1-3 λεπτά). Το μαύρο τσάι περιέχει 40-60 mg καφεΐνης ανάλογα με το χρόνο εκχύλισης (1-3 λεπτά). Συγκριτικά, ένα φλιτζάνι καφέ 240 mL περιέχει 95 mg καφεΐνης.